Κοτόσουπα

Λίγο πριν μπει ο χειμώνας για τα καλά με πήρε ο Scott και με ενημέρωσε πως θα κάνει ένα stop over για λίγες μέρες στην Ελλάδα. Ευκαιρία να πάμε Μετέωρα ή και να ανέβουμε Όλυμπο. Τον είχα βρει στον Λυκαβηττό μια μέρα μετα τις βροντές της Πρώτης του χρόνου. Είναι έθιμο να πηγαίνει μια μονάδα και να βαράει, μου είχαν πει. Έκτοτε τα λέμε καλά, όχι συχνά, αλλά είναι από τους ανθρώπους που κάνουμε catch-up άμεσα. Ωραίο να έχεις τέτοιους ανθρώπους γύρω σου, να μην χρειάζεται να λες πολλά, λίγα και καλά, να σε νιώθει/εις, να έχεις μια άποψη solid. Γίναμε φίλοι πριν το καταλάβω, και όσο περισσότερο τον γνώριζα, τόσο περισσότερο καταλάβαινα τι σπουδαίο πράγμα είναι το ταξίδι για τον άνθρωπο.  Ο τρόπος που σε σμιλεύει το ταξίδι είναι μοναδικός, είναι ίσως το μόνο πράγμα στην ζωή που σου μαθαίνει κάθε φόρα κάτι νέο, ακόμη και αν τον ίδιο δρόμο τον έχεις ξανά – περπατήσει. Σίγουρα το ταξίδι σε κάνει πλουσιότερο, όσα και αν σπαταλάς τελικα.

Μπαίνουμε στο μικρό αμάξι και ξεκινάμε για τα βόρεια, εκεί θα μας περίμενε η αγαπημένη μου φίλη, η «Β», που την ξέρω από τόσο μικρή. Να, από lego την ξέρω, μαζί σαν νήπια, σαν έφηβοι, σαν νιάτα όχι, μιας και τα ξένα τελικά ήταν το μεγάλο το κακό/καλό της γενιάς μας, που έπρεπε να τα ζήσει τελικά.

Ανεβαίνουμε απ’ το Φαράγγι του Ενιπέα και βλέπουμε τα σύννεφα στο θρόνο του Δία να χορεύουν σαν να μας καλούν, το κρύο από την άλλη βαρύ, υγρό μας έκοβε, έστω κ αν περπατούσαμε με βήμα γοργό. H «Β» είναι πολεμική, δεν χαμπαριάζει, πρέπει να είναι από τις ελάχιστες γυναίκες στην Ελλάδα με τόσες πατημένες κορφές και άλλες τόσες μέρες / νύχτες στην ελληνική ύπαιθρο. Την θαυμαζα/ω όταν μιλούσε με τον Scott και του εξηγούσε τα οφέλη της ελληνική χλωρίδας, o οποίος είχε μαγευτεί απ’ τις απίστευτα έντονες ευωδιές της χειμωνιάτικης φύσης. Θυμάμαι χαρακτηριστικά που μας έλεγε πως τα redwoods δεν έχουν τα αρώματα τούτων εδώ τον μεσογειακών μικροκλιμάτων, μου πήρε κάποια χρονιά, τελικά το διαπίστωσα και εγώ πηγαίνοντας στην άλλη μεριά του Ατλαντικού.

Το βραδύ φτάσαμε στον Άγιο Παντελεήμονα κουρασμένοι αλλά γεμάτοι από ωραίες εικόνες και από σκέψεις για το αύριο. Γυρίσαμε στο σπίτι να μαγειρέψουμε κάτι απλό, ζεστό να μας πάρει το κρύο και την κούραση.

Κόβουμε το κοτόπουλο και το φιλεταρουμε σε μικρά κομμάτια 2 – 3 cm. Το σοτάρουμε στην κατσαρόλα με το λάδι και το βούτυρο για 4-5 λεπτά σε μέτρια προς δυνατή φωτιά  μέχρι να πάρει λίγο χρώμα. Το καπάκι της κατσαρόλας ανοιχτό.

Προσθέτουμε στην κατσαρόλα με το κοτόπουλο τα κρεμμύδια, τα καρότα, το σέλινο, το μπουκουβο, τη δάφνη, και το πιπέρι. Σοτάρουμε άλλα 2-3 λεπτά  σε μέτρια προς δυνατή φωτιά μέχρι να δούμε ουσιαστικά το κρεμμύδι να γίνεται διάφανο.  

Προσθέτετε  το νερό και το αλάτι στην κατσαρόλα ώστε να σκεπάσει όλα τα υλικά 1-1,2 λίτρα περίπου, η φωτιά παραμένει μέτρια προς δυνατή με κλειστό καπάκι.  Βράζουμε για 10-12 λεπτά και ξαφρίζουμε συνέχεια.

Χαμηλώνουμε τη φωτιά και το αφήνουμε να σιγομαγειρευτεί,  ρίχνετε το ρύζι, ίσως και να βάλετε και λίγο ακόμη νερό και μαγειρεύετε για άλλα 10-15 λεπτά.

Χτυπάμε τα αβγά και το λεμόνι με ένα σύρμα σε ένα μπολ και όταν χτυπηθούν και αφρατεψουν , ρίχνετε τρεις κουτάλες από τη σούπα στο μπολ, συνεχειζετε να ανακατεύετέ για 1-2 λεπτά. Χαμηλώνετε τη φωτιά και μεταφέρετε το μίγμα από το μπολ στη κατσαρόλα. Ανακατεύετε με μια μαριζ για να μην κόψει το αυγολέμονο. Προσθέτετε τον μαϊντανό και βγάζετε τα δάφνη.

1 kg. Κοτόπουλο  κομμένο

120 gr. Ρύζι Καρολίνα

50 gr. σέλινο

180 gr. κρεμμύδια

3 καρότα

1 φύλλo δάφνης

80 gr. βούτυρο αγελάδος

20 ml. ελαιολαδο

120 ml. χυμό από λεμόνια

2 αβγά

ψιλοκομμένο μαϊντανό

2-5 gr. Μπουκουβο – chili flakes

Νερο 1 -1,2 λιτρα

αλάτι, πιπέρι