Βορειοανατολικός πεντάρι γεμάτο στον όρμο, όπου πριν μερικούς μήνες ήρθαμε για κολοχτύπες στο trendκυκλαδονήσι που έγινε και μαστ των σταρ… λες κι έχουν μεγαλύτερη λάμψη από τις οικογένειες καπεταναίων που αν μη τι άλλο άφησαν πίσω τους γνώση, ιστορία και ποίηση.
Συνταγή
Δεν υπάρχει ο καλύτερος τρόπος για να την φας από «…» εδώ βάλε εσύ ό,τι θες. Δεν ξέρω αν μου αρέσει περισσότερο με μια απλή σάλτσα ντομάτας με βασιλικό και ούζο και μακαρούνες χοντρές. Ή αν ψητές στο κάρβουνο με φρέσκο θυμάρι, κάπαρη και λίγο ελαιόλαδο πράσινο αγνό με ταξιδεύουν καλύτερα.
Η λύρα
Φυσούσε αρκετά, η διαύγεια του νερού ωστόσο πάνω από τα τριάντα μέτρα κι ας κρατούσε αρκετό πλαγκτόν και γύρη από τα θυμάρια. Η επιφάνεια χάρτης. Φτάσαμε στα κάθετα βράχια, ποντίσαμε την σημαδούρα και αρχίσαμε τις βουτιές. Πριν χρόνια, όχι πολλά (80’s), μου είπαν πως σε τούτα εδώ τα μαύρα νερά τις πιάνανε από την επιφάνεια κολλητά στα βράχια τις νύχτες με φεγγάρι, τόσες πολλές είχε. Σήμερα βουτάς, σκας, καίγεσαι κι αν είσαι τυχερός μπορεί να δεις (ίσως μια).
Η σκιά του βράχου δημιουργεί ένα πέπλο στα κοφτά μαύρα βράχια, εκεί οι σχισμές μπορεί να κρύβουν εκπλήξεις. Το χέρι δεν έφτανε, ο αγκώνας τεντώθηκε και ο ήχος του μετάλλου που χτυπάει τον βράχο έκανε τον Πάνο να συρθεί στην ίδια τρύπα. Στην επιφάνεια φωνή « Λύρες, ρε βρήκα Λύρες.» Τις βρήκαμε χωμένες σε μέρος κακό χωμένο ήταν αρκετές πήραμε από μια και αφήσαμε τις υπόλοιπες να ολοκληρώσουν τον κύκλο της αναπαραγωγής τους. Εγκράτεια, δείξε σύνεση και εγκράτεια και η μάνα θάλασσα θα σου χαρίζει χρόνια. Βγήκαμε στην παραλία μαζέψαμε ξύλα τις καρφώσαμε στην στραβωμένη – άχρηστη πλέον βέργα από τον μεγάλο ροφό και τις ψήσαμε μέχρι να κοκκινίσει το κάτω μέρος (οχτώ με εννιά λεπτά σε δυνατή φωτιά). Ποιό γλυκό από αστακό πιο αρωματικό από συναγρίδι πιο άσπρο και από σαργό. Κολοχτύπα ή λύρα, ή χτύπα στο κάρβουνο. Τίποτα άλλο.